Άσε θα σου πω εγώ για τους ποιητές που έχω δύο μέσα στο σπίτι μου και ζω μαζί τους. Είμαι κυνική λες κι εγώ κρυφοουρλιάζω πως ο κυνισμός είναι το πιό στοργικό, το πιό τρυφερό συναίσθημα. Υπερβολική λες. Ή είμαι η θεά σου ή δεν μπορώ να ζήσω μαζί σου. Η πιο μεγάλη μου υπερβολή πάντως σε συμπεριλαμβάνει δεινοσαυρικά. Στο φωνάζω με έξι λαρύγγια: και ματζαγκαθόλο να δω να περνάει όταν είμαι μαζί σου δε θα μου κάνει καμία εντύπωση. Ακόμη κι αν δω κροκόδειλο να βγαίνει μέσα σπό το ποτό σου, ούτε πάλι. Την πιο μεγάλη εντύπωση μου την έκανε αυτό που ένιωσα για σένα κι απο'κει και πέρα όλα μικρά.Άκου τώρα για τους ποιητές. Σκάσε κι άκου, έτσι κι αλλιώς σήμερα όλη μέσα εγώ μασάω την τιμωρία που μου έβαλες απο χτες το βράδυ. Άκου τώρα, άκου είπα κι ακούστε κι εσείς σκατοποιητές του πούτσου και της πείνας. Οι ποιητές τα βράδυα δεν κοιμούνται, βλέπουν όνειρα όλη μέρα να περνάνε απο μπροστά τους, οι ποιητές κλέβουν από την ευτυχία αυτών που αγαπούν γι' αυτό ξέρουν να γελάνε, οι ποιητές ερωτεύονται και ζηλεύουν παλαιολιθικά... Διαδρομές: Πλαστήρα, Ευρυπίδου, Λ. Κατσώνη, Λιοσίων. Η Λιοσίων λέγεται έτσι γιατί λιώνω όποτε την διασχίζουμε; Πλατείες, μισοδέντρα, μικροδέντρα, μικροδρόμοι, οδόστρωμα θάλασσα κι άμμος μαζί, στροφές, στενά, απαγορεύεται δεξιά, έρωτας μονής κατέυθυνσης, ελεύθερη διέλευση υπερβολικών συναισθημάτων, έρωτας λεωφόρος χωρίς διόδια.Πίνω ποτά κι άντερα εκεί που έπινες καφέδες έφηβος, όταν έκανες κοπάνες απ'τη ζωή για να με συναντήσεις. Χτες είπες κάτι λόγια σπαθιά κι εγώ ανήμπορη να ψηλώσω σκέφτόμουν εκείνο το δόντι το θρασύ που' χεις μπροστά που πετάγεται και μου κόβει το πάνω χείλος κάθε φορά που μου δίνεις πεταχτό φιλί, πριν φύγεις-ω για δουλειά. Μια ελιά στην πλάτη. Η μαγική ελιά που σε πάει σε άλλες χώρες. Μην την αφαιρέσεις ποτέ γιατί θα'ναι σα να αφαιρείς ηπείρους απο μέσα. Σκάσε τώρα μιλάω για τους ποιητές. Οι ποιητές χωράνε τα πάντα μέσα στο κεφάλι τους, βάζουν δυο παγάκια σε ένα ποτήρι και τα παγάκια λιώνουν στα χέρια τους. Έχουν φωνή μικρού παιδιού κι όταν καυλώνουν οι χορδές τους κρέμονται απ'εξω από το στόμα τόσο που μπορείς να τις φιλήσεις. Έχουν χέρια που κάθε μέρα αλλάζουν σχήμα. Αγαπάνε μέχρι θανάτου και κάνουν λάθη γιατί είναι ποιητές. Είναι όμορφοι σα στολισμένο δωμάτιο, μυρίζουν πάντα ερωτα και λίγο ποτό. Οι ήχοι τους είναι μουσική και οι κινήσεις τους σχέδιο χαρτονένιο που μόλις έκοψε ένα μικρό παιδί με το αγαπημένο μου ψαλιδάκι με τις στρογγυλεμένς άκρες. Οι ποιητές είναι άδικοι και λένε σκληρά λόγια. Οι ποιητές μας τιμωρούν για κάθε κλάσμα του δευτερολέπτου που μπορεί να ξεχάσαμε πόσο ποιητές είναι. Καπνίζουν κι ο αέρας που ξεφυσάνε είναι καθαρός σα νερό του αμαζονίου. Οι ποιητές δεν ξέρουν λέξεις, είναι άφωνοι, δεν ξέρουν να διαβάσουν, να γράψουν. Οι ποιητές ζουν σε πόλεις που η ποίηση είναι ποτισμένη στα πεζοδρόμια, σε άλλες δεν μπορούν. Οι ποιητές ανασαίνουν ποίηση με κάθε βλέφαρο, φοβούνται και μισούν. Είσαι ο,τι ήθελα να με περιτριγυρίζει. Είσαι ο όλα μου κι εγώ η όλα σου. Κι όλοι εσείς που ποιητηζόσαστε με τις δυσνόητες λέξεις σας, αγοράκια και κοριτσάκια μην ζορίζετε τσάμπα τις λέξεις, μην τις τυραννάτε. Υπάρχει και το Star και το Cosmopolitan γαμώ τη Ζυρίχη μου χάσαμε τα φράγκα κι όλα τα στοιχήματα τα γαμάω. Όλα τα γαμάω για τους ποιητές έλεγα τώρα. όποιος καταφέρειπ οτέ να με καταλάβει κερδίζει την τεράστια, ολοφώτιστη γεμάτη φαντασία απλότητα μου. Οι ποιητές είναι δυο. Μόνο δυο. Κι είναι κι οι δύο δικοί μου. Ο φούρνος ζεσταίνει το σπίτι, η μέση μου πονάει, σε θέλω όπως δε σε είχα θέλει ποτέ. Θέλε με γιατί σε λίγο εξαφανίζομαι. Φτάνει η τιμωρία τώρα, βγάλε με από τη γωνία.