Th.a 9



Πρίν έρθεις περίμενα τα ξύλα στην αυλή με τον μπαμπά κι έπρεπε να ακούω τη φωνή του βλάκα ξυλά. Πήγαινα για τσιγάρα μόνο με το αυτοκίνητο γιατί τα πόδια μου δεν ήξεραν πώς να περπατάνε μέχρι την πλατεία και πίσω. Τα παντζούρια δεν άνοιγαν ποτέ πάνω από τη μέση. Έλειπαν 3 κουμπιά από το λάπτοπ και το σαλόνι είχε σκούρες κουρτίνες. Πρίν έρθεις, μερικές φορές έβαφα τα νύχια μου και άλλα χρώματα. Δεν είχα μαλλιά να λούσω, ούτε σωσμένους τους κωδικούς μου. Δεν είχα κάλυμμα για το πάπλωμα, ούτε πάπλωμα. Το τυφλό δωμάτιο δεν είχε παράθυρο (ούτε τώρα έχει, αλλά έχει). Μαγείρευα κριθαράκι κι έμενε 4 μέρες, και στο ψυγείο δεν είχε ποτέ χυμό. Δεν χρειαζόμουν γυαλιά για να γράψω, ούτε για να ράψω. Schubert άκουγα μόνο στο σπίτι ή στο αυτοκίνητο και δεν περπατούσα δίπλα σε ελάφια. Δεν άφηνα κανέναν να χαϊδέψει τα πόδια μου για τόσες ώρες. Δεν είχα αθλητικά παπούτσια, ούτε φόρμες. Δεν είχα πράσινο φουστάνι, κι ούτε μία άσπρη τρίχα στα φρύδια μου. Ακολουθούσα την ίδια διαδρομή για την Αγ.Δημητρίου και δεν είχα φάει ποτέ πατάτες il gusto. Έπινα 4 μπουκάλια την εβδομάδα κι έτρωγα μέρα παρά μέρα. Κάπνιζα 40 τσιγάρα και έκανα αντιγραφή-επικόλληση με τον πιο ποντιακό τρόπο. Πριν έρθεις δεν υπήρχαν φλυτζάνια με πιατάκι στο ντουλάπι, κι ούτε είχα εθισμό στο sanctuary. Δεν κυκλοφορούσα ποτέ στη γειτονιά πριν να πέσει η νύχτα και δεν αφαιρούσα ποτέ τα χιλιάδες μεταλλικά πράγματα που κρατούσαν σφιχτά δεμένο το κεφάλι μου. Η ζωή είναι κακάσχημη, και θα συνεχίσει να είναι πάντα και για πάντα. Εμείς μετράμε τα λιγοστά λεφτά μας, υπολογίζουμε τί φτάνει, τί δεν φτάνει, αν μας φτάνουν αν δεν μας φτάνουν, ποτέ δεν μας φτάνουν. Κάποτε λίγο μας έφταναν.  Τότε που φόρεσα το καλό μου φουστάνι και το μικροσκοπικό καπελάκι στο κεφάλι και ήρθα να σε πάρω από την 329-339 Putney Bridge Rd, κι άκουγα τις αρλούμπες που έλεγε το ιρλανδέζικο πουστρο-αφεντικό σου  κι ήταν μόλις πεντέμιση το απόγευμα και βαθειά νύχτα, και Τρίτη, και 4 Δεκεμβρίου, και το τρένο δικό μας, και το μπαλκόνι του  Southbank Center δικό μας, και ο βήχας του κόσμου δε μας τρόμαζε, μόνο μας έσπαγε τα νεύρα, και τα δικά μας και της Mitsuko. Τότε που δεν σε είχα πιάσει ακόμα από τον λαιμό και η φωνή μου δεν είχε χαλάσει, γιατί δεν είχε χρειαστεί να φωνάξω τόσο που να πονέσω. Τότε που είχαμε ραντεβού έξω από το Bartek μετά τη δουλειά σου, και φορούσες εκείνα τα γάντια που ζέσταιναν τα δικά μου δάχτυλα. Που η ομπρέλα σου ήταν  πάντα πιο αποτελεσματική από τη δική μου. Πριν έρθεις τίποτα δεν ήταν αποτελεσματικό. Ήρθες και αποτελεσματιάστηκαν όλα γιατί εσύ δεν το βάζεις κάτω σαν εμένα. Εγώ όλο κάτω το έχω βαλμένο, κι εσύ το παίρνεις απο 'κει και το βάζεις πάνω και το κάνεις αποτελεσματικό. Ναι! το κάθε τί. Εγώ μένω να κοιτάω και να μουρμουράω αα κι αυτό το κατάφερε, αα κι αυτό, άα κι αυτό. Κι όσο εσύ καταφέρνεις, εγώ αποτραβιέμαι από κάθε τί ανθρωπινένιο γιατί όπως όλοι ξέρουμε πια, εγώ κι αυτό το είδος έχουμε τελειώσει. Δεν έχω παρτίδες γιατί δεν το αντέχω πια και με κουράζει. Όλα του με κουράζουν, τα εγωλουλάκια, η οίηση κι ο κομπασμός, η ανημποριά κι η κακομοιριά και όλα και όλα. Κι εσύ μένεις να με αντέχεις κι ας κατάντησα αποτραβηγμένη και τρελοπαρμένη. Να με βλέπεις να μιλάω σε δέντρα και πουλιά και γάτες και σκύλους και είναι το φυσικό μου να είμαι εκεί κοντά, κι έχεις αρχίσει να καταλαβαίνεις οτι είναι το φυσικό μου, το απόλυτα φυσικό μου και λες σου πάει η φύση, κι όσες φορές είμαστε ανάμεσα σε δέντρα και δίπλα σε ποτάμια, εσύ λες σου πάει η φύση και ναι πώς να μη μου πάει, η φύση είναι το φυσικό μου. Βρίσκω τους ανθρώπους ανησυχητικά άσχημους και τη φύση ανησυχητικά όμορφη, κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που το βάζω κάτω και πριν έρθεις, πάλι τα είχα βάλει όλα κάτω, κι εγώ καθόμουν λίγο πιο πάνω, όχι πολύ, κάτω με είχα βάλει κι εμένα, και κοιτούσα τα κάτω και ξεδιάλεγα, και όλα είχαν το ίδιο χρώμα, και οι άνθρωποι την ίδια ασχήμια. Κι ήρθες και έμαθα κάπως να κοιτάω από λίγο πιο ψηλά, όχι πολύ αλλά σα να είμαι στο 270 για την Putney Βridge, πάντα στο πάνω ντεκ, ή στο 57 Kingston τότε που πηγαίναμε στο St. George's να επισκευάσουμε τους νεφρούς μου κι έπρεπε να κατουρήσω στον πιο ηλίθιο γιουκέη ουροσυλλέκτη, κι εσύ περίμενες έξω υπομονετικά κρατώντας το πανωφόρι μου και το κασκώλ μου και την τσάντα μου και τα γάντια μου, ή όπως τότε που επιστρέφαμε από το Richmond και είμασταν πάλι στο 57 Clapham Park, και πρώτη φορά έβλεπα τόσες ανηφόρες στο Λονδίνο γιατί μέχρι τότε ήξερα μόνο τί γίνεται στο σπίτι μας που δεν είχε καμία ανηφόρα, ε όχι δεν θα αποκαλέσω τον δρόμο για το St. Leonard's ανηφόρα, όχι, όχι, από τα Μετέωρα είμαι, δε γίνεται να το αποκαλέσω ανηφόρα αυτό. Πριν έρθεις εγώ κατάπινα έναν σωρό χάπια. Ήρθες, κι εξακολουθώ να καταπίνω. Κι εκείνο το απόγευμα 4 Δεκεμβρίου είχα καταπιεί προληπτικά, κι ας ήξερα οτι δεν τα χρειάζομαι. Κι όταν η  γλυκιά Μitsuko με το γαλάζιο σελοφάν της, άρχισε να παίζει το  andantino D 959, όλα τα χάπια που είχα καταπιεί μέχρι τότε, όλα τα ένοιωθα να βγαίνουν από μέσα μου, να ξεκαταπίνονται. Ένα σε κάθε πλήκτρο του πιάνου, κι όταν η γλυκιά Mitsuko με το γαλάζιο σελοφάν πατούσε πολλά πλήκτρα μαζί, τότε τα χάπια που είχα καταπιεί, τα άγχη που είχα καταπιεί, όλα όσα είχα καταπιεί έβγαιναν και χάνονταν από μέσα μου, κι εγώ ήμουν επιτέλους ψηλά και δεν τα είχα βάλει κάτω, γιατί εσύ με είχες βάλει πάνω και πιο πάνω απ' όλα, και ήσουν στ' αριστερά μου και το κασκώλ σου έπεφτε στο πλάι σου κι εγώ σε είδα αλλά εσύ δε με είδες και είπα μέσα μου ααα κι αυτό το κατάφερε. Κι ύστερα φεύγοντας μέσα στη βροχή, βλέπαμε τον βρεγμένο Τάμεση να βρέχεται από την  Waterloo Bridge και ήρθε το 59 Telford Avenue και μπήκαμε και ανεβήκαμε στο πάνω ντεκ και είχε μόνο μία θέση, και πάλι μ' έβαλες να κάτσω εκεί πάνω γιατί πάντα με βάζεις πάνω απ' όλα, και αλλάξαμε στη στάση Rush Common, πήραμε το  333 Τooting Broadway και κάτσαμε πάλι στο πάνω ντεκ μαζί, κι ήταν όλα βρεγμένα και θολά και δε βλέπαμε την τύφλα μας, κι εσύ κοιτούσες ευθεία  στο θολό τζάμι κι εγώ σκεφτόμουν μα τί κοιτάει και γύρισα και σε είδα και πάλι το κασκώλ σου έπεφτε στο πλάι σου και ξαναγύρισα μπροστά και όλα είχαν ξεθολώσει και απλωνόταν μπροστά μας όλος ο  Streatham Highway  κι είπα πάλι μέσα μου, ααα κι αυτό το κατάφερε.