સંયુક્ત સ્વરો 555 !!

дίπλα μου υπάρχει μόνιμα ένα ασημί σταχτοδοχείο, τα τσιγάρα με χρωματιστό φίλτρο είναι μια αηδία, το φίλτρο πρέπει να είναι αυστηρά λευκό ή να μην υπάρχει καθόλου. Αγαπάω την ορθογραφία αλλά πρέπει να παραδεχτεί οτι έχει κάνει τραγικά λάθη κι αυτή. Οι δίφθογγοι είναι ένας τεράστιος έρωτας και ρώτα τις λέξεις που τους περιέχουν για να δεις τί εννοώ. Από τότε που το τρένο σταμάτησε να γράφεται με -αι, ταξιδεύω με το λεωφορείο, θα έκανα το ίδιο και με τα ααιροπλάνα αν είχα επιλογή αλλά δεν έχω. Είμαι σίγουρη πως αν ο νεφρός γραφόταν ναιφρός δε θα χαλούσε ποτέ, κι αν το θέλω, θαίλω θα ήξεραν όλοι τί θαίλουν χωρίς μαλακίες. Σφουγγαρίζω το σπίτι με χλωρίνη κι ύστερα όλα τα τσιγάρα έχουν τέτοια γεύση νεκροκεφαλή. Στο παλιό σπίτι με τη σπασμένη τζαμαρία  είναι αδύνατο να εξολοθρεύσεις τις αράχνες.Γι' αυτό κι εγώ παίζω παιχνίδια μαζί τους, ρουφάω το μισό ιστό με την ηλεκτρική σκούπα και την επόμενη μέρα ο ιστός είναι πάλι εκεί ολόκληρος, κι η αράχνη μονολογεί για τους ανθρώπους monsters monsters, είναι η αράχνη τρελκόφσκι, κι εγώ αυτό είμαι περίπου αλλά δε χρειάζομαι κανέναν να μου χαλάσει ότι φτιάχνω, το χαλάω μόνη μου κάθε μέρα, κάνω σχέδια και την άλλη μέρα δε μ' αρέσουν, σήμερα θα κάνω μια βόλτα, τρώω αυτά τα μικροσκοπικά αχλάδια του μπαμπά, γεμίσαμε σκουλήκια, οι μυρωδιές πάντα υπάρχουν μέσα στα ρουθούνια μου ο,τι κι αν κάνω, στην αποθήκη του μαγαζιού μυρίζω το σπάγγο, βρωμάει αλλά με δικό του τρόπο, στέκομαι λίγο ανασαίνω βαθειά, βρωμίζω τη μύτη μου και βγαίνω από την αποθήκη, όλα τα πίσω μέρη του μαγαζιού έχουν εκείνες τις εποχές της κάβλας και της φαντασίωσης, τότε που σε είχα στο κεφάλι μου εικοσιτεσσεράμιση ώρες κάθε μέρα, κι όλο ήσουν κάπου ημίγυμνος κι όλο κάτι μου έχωνες, πήγαινα να φέρω μια λαδομπογιά κι όποιος ήθελε νούμερο πάνω απο 20 έπρεπε να ανέβω στη σκάλα, ανέβαινα και κάβλωνα στα δυο δευτερόλεπτα που τεντωνόμουν να πάρω το κίτρινο Νο 21, πήγαινα με τα χέρια σου μέσα στα μπούτια μου όλη μέρα, ξεχνούσα να μυρίσω το σπάγγο, ιδρώνω τόσο πολύ, η παπανδρέου είναι τόσο κωλόδρομος που πονάνε τα βυζιά μου στις μεγάλες λακούβες, τρώω ρώγες σταφύλια και είναι λίγο μικρότερες από τα μικροσκοπικά αχλάδια και λίγο μεγαλύτερες από τις δικές μου τις εποχές της καβλωμένης αποθήκης, νεκρές κατσαρίδες άκαβλες και πρώην πεινασμένες ξαπλώνουν ανάσκελα τώρα κάτω απο τα σακουλάκια με το γύψο και τον αρμόστοκο, πάς ανυποψίαστος και μη καβλωμένος να πάρεις ένα πεντάκιλο ταχύπηκτο τσιμέντο και νααα μέσα στη μούρη σου μια πεθαμένη κατσαρίδα με ένα πόδι, ανατριχιάζω σε δευτερόλεπτα, σαν την κάβλα κι οι κατσαρίδες, σε αντριχιάζουν σε ένα δευτερόλεπτο, αηδία οι γυναικολόγοι, τόσα μουνιά βλέπεις σάχλα δε χόρτασες; σκατάδες είστε όλοι, έχεις για γραμματέα τη γυναίκα σου και με κοιτάει σα να πρόκειται να της φάω τον άντρα, βούρλο είσαι μωρή, κι εσύ μαλάκα γιατί μου μιλάς έτσι; είμαστε φίλοι; έρχομαι σου σκάω τα λεφτά μου, σου δείχνω το πολύτιμο μουνί μου, με πονάς, μου πασπατεύεις τα βυζιά και μετά ώς συνήθως προτείνεις τη χειρότερη μαλακία, με πλακώνεις με ευκολία σε κωλοχάπια που μου έχουν γαμήσει την παναγία τόσα χρόνια, δώστα στη γραμματέα σου μουνόπανο, που σιγά να μην την έχεις γαμήσει όταν έχει περίοδο, μπούλη αμόρφωτε τράβα γαμήσου και μίλα έτσι στα τσόκαρα πελάτισσές σου που σε φωνάζουν με το μικρό σου όνομα κι εσύ τους βγάζεις τα κωλόμωρα από μέσα τους και εννιά μήνες τους παίρνεις φράγκα και τους λες ναι μωρό μου μην αγχώνεσαι, το βράδυ κλειδώνεις την Τσιμισκή και παίρνεις το γυναικάκι σου , περπατάτε ούτε πέντε μέτρα και μπαίνετε στο πάρκινγκ που σε ξέρουν όλοι ως γιατρό κι εσύ καβλώνεις μ'αυτό πιό πολύ απ' ότι καβλώνες με το μουνί της γυναίκας σου, παίρνεις την κιτσιά αυτοκίνητο και πάς στ' ανατολικά που μένεις αλλά δε γαμάς μαλάκα. Έχει ζέστη και τα νεύρα μου μεγαλώνουν , τα μετράω σε βαθμούς κελσίου, μωρή μαλακισμένη το stop δεν είναι για να αναβοσβήνουμε τα φώτα, για να σταματάς είναι, αν ξαναπεταχτείς έτσι σαν τη ψωλή του γαμιά σου όταν βλέπει βλαχοτσόντες θα δώσω το ψευτοκωλομέρι σου στα σκυλιά μου. Τελευταίο βράδυ στη δουλειά. Παίρνω ανάσες όλη μέρα, η κοιλιά μου με σκίζει δυνατά, με ξετινάζει, το στομάχι μου μπαίνει μέσα, παίρνω συνέντευξη στο σχιζοφρενή φίλο μου, του δίνω να φάει τηγανητό γαύρο, τον καταβροχθίζει με άσπρο ψωμί και πριν προλάβει να καταπιεί έχει ήδη ανάψει το υπεβρωμερό τσιγάρο του. Τα κουκούτσια του αχλαδιού είναι πικρά, κάτω από τον αφαλό μου είμαι άλλη, έχω συνηθίσει να κοιμάμαι στην αριστερή μεριά του κρεβατιού αλλά ο ταβανοανεμιστήρας είναι ακριβώς στο κέντρο και πρέπει να είμαι ακριβώς από κάτω του αλλά δε βολεύομαι, έχω τόσο μεγάλο κενό και αριστερά και δεξιά, όταν έχω πιει και ξαπλώνω απο κάτω του με ανοιχτά τα πόδια, τον βλέπω να πέφτει και να γυρίζει και να μου πετσοκόβει το κάτω από τον αφαλό, πετάγονται αίματα παντού, ξυπνάω από το σπλάτερ όνειρο, και μετά είμαι σ' ένα παγκάκι και κοιτάω περίπου πουθενά, κι έχει κρύο κι ένα χέρι ακουμπάει τον αριστερό λαιμό μου, ούτε γυρνάω το κεφάλι σχεδόν ξέρω ποιός είναι. Γέρνω μόνο λίγο προς το παγωμένο χέρι, ανασαίνω, κοιμάμαι πολύ. Άλλη μια νύχτα είναι. Κάνω υπομονή. Άλλος ένας εφιάλτης περιμένει το βράδυ να βγει μέσα από τα οινοπνεύματα που θα διαλύονται μέσα στο αίμα μου. Από αύριο μόνο γάλα και νερό. Και μπύρες λίγο. Ευτυχώς μακρυά από γυναικολόγους.Monsters monsters