aji. tsei. owniz. 4677821-1 ✿

'που είμαι, όταν είμαι ό,που, παρατηρώ τα πάντα, μέσα στο λεωφορείο παρατηρώ τα ρούχα των ανθρώπων, τα υφάσματα των ρούχων τους, αναπνέουν μερικά, τα μάτια μου ψάχνουν κάτι που θα τα κάνει να σταθούν, τίποτα, συνηθισμένα κι αδιάφορα όλα, καμιά ιστορία. Σκύβω λίγο το κεφάλι μου, την προσοχή μου τραβάει ένα κιτσς το πιο κιτσς ύφασμα του κόσμου. Θα μπορούσε να είναι ένα τραπεζομάντηλο μουσαμάς σε πλαστικό τραπέζι αυλής, ή χαρτί περιτυλίγματος ζαχαροπλαστείου, χάρτινη συσκευασία αρωματικού κεριού απο φτηνιάρικο μαγαζί, κοριτσίστικο γυαλιστερό αυτοκόλλητο κι άλλα τόσα άχρηστα μικρά. Δεν είναι τίποτα όμως απ' όλ' αυτά, το φουστάνι μου είναι, ξέρω οτι είναι τόσο κιτσς κι αυτό με κάνει να το αγαπάω, το ύφασμά μου κέρδισε το διαγωνισμό του λεωφορείου, η ώρα περνάει τόσο γρήγορα, δε βιάζομαι ποτέ ν' ανέβω στο λεωφορείο, ούτε να κατέβω, οι διαδρομές είναι σύντομες όταν παρατηρείς. Υπάρχουν τόσα εκατομμύρια πράγματα  να παρατηρήσεις  που κάνουν τη λαγκαδά και τη μοναστηρίου που όλοι σιχαίνονται να περνάνε τόσο γρήγορα σα να μην είχαν ούτε ένα φανάρι. Θα μπορούσα να πω μερικά ψέμματα για όλα και μετά να τα πιστέψω. Υπάρχουν εκείνοι που μπορούν και το κάνουν, πάσχουν απο εαυτίτιδα αλλά τουλάχιστον μπορούν να χαζογελάνε σαν τους βραδυνούς με τα πουκάμισα και τις βραδυνές με τα σαχλά παπούτσια. Το στομάχι μου είναι καλά, αλλά το στόμα μου ξεραίνεται κι έχει μια  augmentin γεύση, διακόσσια λίτρα νερό την ημέρα, τέσσερις μερούλες είναι θα περάσουν, όλα περνάνε σα να είσαι στο λεωφορείο. Δεν μπορώ να πω ψέμματα. Μαλακία που δεν την έμαθα αυτή τη γλώσσα. Προσπάθησα να γράψω στα ψεμματικά. Δεν τα κατάφερα. Να:
Ζοάλ ωτν ηίο χμιέξ ρσιεε θοεμυ υφαναμ
ούλω αθύπνα σεεί ήγατω οπύνιε
αμαίο σκάρε εθημ κτηίνα τέι.