375 எத்



фάλτσα και πνιχτά, ο λαιμός μου ξεφεύγει, είναι κουνιστός, είμαι ανάσκελα με τα πόδια πάνω, ζαλίζομαι και πεινάω, οι κουβέντες για το σόι δε σταματάνε ποτέ, στο παγκάκι της αυλής κουτσομπολιό γέλια και μυστικά που δε λέει κανένας σε κανέναν, καταπιέζομαι, τα πόδια σε ρυθμό εκνευρισμού, λες αλλά δε λες τίποτα, τσιμπήματα απο κουνούπια σε όλα τα δάχτυλα, ο μπαμπάς δε σηκώνει ποτέ το κινητό, λέρωσα τα χέρια με χρωστική Νο10, αυτό το μπλέ αεροπορίας από τότε μας καταδιώκει, από τότε που σε όλες τις κάρτες έγραφες πορνολόγια για μένα, σκατί βγήκε το χρώμα, εκεί θα μείνει μαζί με τ' άλλα, σχέδια του σπιτιού, είσοδος εδώ, παράθυρο εκεί, να φύγει ο σαπιοκαναπές, να ανοίξει ο διάδρομος, γυψοσανίδα να γλυτώσουμε τον τοίχο που φουσκώνει σα καβλωμένος και χύνει σκόνες και ξεφλουδίζει κάθε φορά που κάποιος περνάει, το σπίτι απο κάτω είναι ολοζώντανο, ξύπνησα πρωί εννιά για πολύ νερό, αφυδάτωση μετά το χαμό, πόσο νερό, μύρισε όλη η αυλή τηγανητά της μαμάς,  αποζημίωση για το μεσημέρι που το σπανακόρυζο ήταν σκέτο σπανακό γιατί η μαμά κάτι θα σκεφτόταν και ξέχασε να βάλει ρύζι, χρατςχρουτς τα χόρτα μέσα στο στόμα μου, ποιός να χορτάσει με χόρτα μωρέ, η μαμά λέει ωραίο είναι εμάς μας άρεσε θα το φάμε και αύριο, ναι σιγά μη σας άρεσε, σαν εκείνη τη μέρα που αντί για βασιλικό έβαλε τσάι στις μελιτζάνες και είπε πάλι εμάς μας άρεσε. Τα σταφύλια έχουν σκληρή φλούδα, δεν την καταπίνω, κάνει κι απ' έξω θορύβους ο σβέρκος κάτι κρακ και κρτστκ, τον κουνάω κι άλλο, τόσο κουνιστός, αύριο ο περιφερειακός θα κάψει το μπούτι και τα μάτια, το αεροδρόμιο θα γυαλίζει, εγώ θα είμαι πάλι καταπιεσμένη που δεν είπα όσα ήθελα όπως ήθελα, απο αγάπη καταπιέζομαι, μετά θυμώνω, μετά δεν καταλαβαίνω, μετά προσπαθώ να καταλάβω και μετά καταστεναχωριέμαι με κουμπωτό στομάχι και κοιλιά για κλωτσιές και πέταμα από το παράθυρο σε μια από τις εξόδους του περιφερειακού, αίμα καλό, αίμα κακό, αίμα κόκκινο σκούρο, ένα δύο τελευταία έμειναν να με κρατάνε όρθια, τέσσερις μέρες στην απόλυτη ησυχία θέλω και μετά υπόσχομαι να μη γκρινιάζω για τίποτα, ειδικά τώρα που μπορεί η θερμοκρασία του δωματίου να ρυθμιστεί με ένα κουμπί ας το βουλώσω. Αύριο την ώρα που θα καταβροχθίζω τον κιμά με τα κρεμμύδια και τα σκόρδα, ντομάτες εκατό κιλά και πιπεριές με σχήμα ακαθόριστο, θα κλείσω για λίγο τα μάτια μου ν' αποφασίσω τί στον πούτσο μπορώ να θέλω απο σένα, θα ξεκουμπώσει το στομάχι και θα είναι επίφοβο, καταπίνετε αέρα δεσποινίς άλμα, οι αεροφαγίες μου φάρμακο για τις αεροαγαμίες σας, ο απέναντι ξεκουμπίστηκε, γαβγίζουμε όσο θέλουμε ελεύθερα, η μαμά καπνίζει κρυφά θα αρρωστήσει φανερά, εγώ καπνίζω φανερά, αρρωσταίνω κρυφά. Ο κάγκουρας με το κόκκινο αυτοκίνητο ξέχασε τα τσιγάρα του, ευτυχώς έκανε σωστά τη σύνδεση, άκου ρακώρ 1/4, πού σκατά ακούστηκε, κοτζάμ ψυκτικός κι εσύ πάρε να' χεις μαζί σου, τί με βάζεις να γυρίζω όλη τη νεάπολη για να βρω. Οι τρύπες στον τοίχο είναι σαν σημάδια εγχείρησης, κλείσε το γενικό σημαίνει γενική αναισθησία, εσύ τα έκανες όλα σωστά, ο γενικός ανέβηκε πάλι, η ζωή συνέχισε στο σπίτι με ένα επιπλέον όργανο που ρυθμίζει τη θερμοκρασία. Δεν είν' εντάξει ακόμα. Άλλες τρείς  φορές γενική αναισθησία χρειάζομαι και τρείς εγχειρήσεις τουλάχιστον για να το πω αυτό. Η διαφορά είναι οτι όταν εγώ θα ανοίξω το γενικό μου θα μου λείπουν όργανα.