-24



Έχει τετρακόσσιουςδεκαχίλιους βαθμούς. Θερμοκρασία για κάκτους κι όχι για ανθρώπους. Ο ανθρωπος είναι άλλο φυτό. Θέλει πολύ νερό και κυρίως πολλά λόγια. Μεχρι το τέλος του καλοκαιριού  θα έχω πάρει δέκα βασιλικούς κι ας λένε όλοι οτι θέλει ήλιο, εγώ θα τους βάζω στη σκιά και θα περιμένω να ζησουν. Δεν πειράζει, ένας παραλογισμος είναι κι αυτος όπως τόσοι. Φαντάσου πως κάποιοι περιμένουν κι εμάς που θέλουμε πολύ νερό και πολλά λόγια να ζήσουμε με 360 ευρώ. Αναλογικά λοιπόν εγώ δε ζητάω και τίποτα φοβερό. Παθαίνω ψύχωση με τις κατσαρίδες. Κάποτε πίστευα πως τα ζωύφια που φοβάμαι πιο πολλοί είναι οι άνθρωποι. Μεγαλώνω τώρα και διαστέλομαι καλοκαιρινά και ξέρω πως θα μπορούσα να πατήσω έναν άνθρωπο με γυμνό πόδι χωρίς να φοβηθώ οτι θα κάνει αηδιαστικό θόρυβο. Ξέρω πως όλα τα αηδιαστικά οι άνθρωποι τα κάνουν όσο ζούνε. Κάθομαι με ανοιχτά πόδια, ξεραίνεται ο λαιμός μου κι η μύτη μου και τα μάτια μου και τα χείλια μου απο τον ανεμιστήρα αλλά δεν έχω άλλη επιλογή. Μ' αρέσει να μην έχω άλλη επιλογή καμιά φορά. Είναι εύκολο να καθορίζονται μερικά πράγματα απο αλλού. Όχι τα σημαντικά! Όχι ποτέ!. Τα ασήμαντα μόνο. Όπως όταν έμενα κάτω απο τη μαμά και δεν υπήρχε λόγος να αποφασίσω εγώ για το φαγητό. Πρέπει να αποφασίσω τι θα μαγειρέψω. Ασήμαντη απόφαση αλλά κουραστική. Όταν ειδικά πάρει παραπάνω χρόνο από αυτόν που πρέπει, τότε το αποτέλεσμα είναι κακό, σαν τον αρακά που πήγε άπατος σήμερα. Δεν έχω πολλές επιλογές γιατρέ. Δεν κάνει να φάω τίποτα. Κάντε μου την εγχείρηση να τελειώνουμε. Θέλω λίπος πολύ.Θελω άπειρο λίπος μέσα στο καλοκαίρι. Θέλω να αγοράσω ένα όπλο  ακριβείας. Να μη σκοτώνει ανθρώπους. Να σκοτώνει τις μαλακίες που σκέφτονται. Να σκοτώνει τη βλακεία. Μόνο ένα ξέρω που να τη σκοτώνει καλά και σωστά. Είναι ο σωστός απόλυτος υπερκαβλωμένος οργασμός, ναι κύριε Βιλχελμ μου, αλλά δεν πωλείται. Θέλω να κάνω περιπολίες και να πυροβολώ όλες τις κομμένες κλειτορίδες με τα καπιταλιστικά κομμένα τζιν σορτς. Να τους ρίχνω μία και να κουνιέται ο εγκέφαλός τους, να σταματάνε επιτόπου και να συνειδητοποιούν τί είναι, να συνειδητοποιούν πόσο δεν έχουν χύσει. Ύστερα να ξεκινάνε να τρέχουν για να προλάβουν να ζήσουν και να χύσουν. Θέλω να αποτυπώσω την υφή και την όψη  του δέρματός μου όταν χύνω. Αλλάζω μερικά χρώματα, έχω σχέδια, και είμαι τόσο μαλακή και σκληρή μαζί. Δεν ξέρω άλλο προορισμό για τον άνθρωπο πέρα από τον οργασμό για τον εαυτό του. Είναι τόσο άσχημοι οι ανθρωποι μέσα στις άσχημες πόλεις με την άσχημη φιγούρα τους. Περιφέρονται, δείχνονται και γίνονται ακόμα πιό άσχημοι, πόσο πιο άσχημοι; Πόσο ζωύφια, πόσο κάκτοι, πόσο στεγνοί, πόσα λόγια θέλουν, πόση θερμοκρασία αντέχουν; Ανοίγω την τηλεόραση. Έχει ζεστη λεει η κυρια με το μίνι στην οθόνη. Το ρεπορτάζ έχει θέμα τη θερμοκρασία. Βλέπω απειρες μαζεμένες κατσαρίδες σε παραλίες. Κατσαρίδες που αυτοπατιούνται , αλληλοπατιούνται, με ηλιοαπωθητικά, απωθητικές κατσαρίδες, με άλλο σχημα. Κι ύστερα επιτέλους το ζητούμενο. Η υπερλιωμένη κατσαρίδα με την κάμερα στο χέρι, βρίσκει μια ίδια υπερλιωμένη κατσαρίδα που θελει να δείξει τον κώλο της. Τις συνδέει ο χαρακτηριστικός αηδιαστικός ηχος που κάνει η ζωη τους. Αναγνωρίζονται, μεταξύ τους. Κώλος. Ολη η οθόνη ένα κρέας. Κώλος. Ένας, δυο, ένας λίγο πιο μαύρος από τον άλλο. Τις φοβάμαι αυτές τις κατσαρίδες. Σκέφτομαι πώς να ειναι να είσαι έτσι. Σκέφτομαι πως τον κώλο μου τον έχω μόνο για να γαμιέται και να χέζει καμιά φορά. Για οτιδήποτε άλλο εκτός απο τον να τον δειχνω.  Όλες αυτές οι κατσαρίδες νομίζουν πως τα σημεία που γαμιούνται, αυτά πρέπει να δείχνονται. Δεν ξέρουν οτι άνθρωποι χωρίς κατσαρίδα μέσα τους γαμιούνται κυρίως με όλα τα άλλα και αυτά τα έχουν έτσι για αλλαγή. Ολοι αυτοί μαζεμένοι εκεί, μέσα στη ζέστη, στον απάνθρωπο και ενοχλητικό ήλιο, πάνω στην χιλιοκατουρημενη άμμο και στην κακομεταχειρισμένη απο κατσαρίδες-ποιητές θάλασσα, νομίζουν πως δροσίζονται, πως ερωτοτροπούν. Θέλω να ρίξω σε όλους με το όπλο μου. Να σταματήσουν όλοι εκεί επιτοπου. Να κοιτάξουν αυτό που είναι απο ψηλά και να δουν την πραγματική τους όψη. Να κοιτάξουν την πραγματική εικόνα. Να δουν πόσο μοιάζουν με κατσαρίδες μαζεμένες, λιωμενες πατημένες, να κλάψουν όλοι μαζί, μερικοί να αυτοκτονησουν, άλλοι να ζητάνε συγνώμη από τους εαυτούς τους μέχρι να πεθάνουν. Κι ύστερα λέω, ποιά είσαι εσύ μωρή που τα ξέρει όλα αυτά και τα λέει;.Ύστερα απαντάω. Το εντομοαπωθητικό σας είμαι ρε μουνιά. Και κάνετε αυτό το θόρυβο κι ενοχλείτε τον οργασμό μου. Ψόφιες κατσαρίδες, γυρίστε ανάσκελα τώρα. Αρκετά ψηθήκατε απο τη μεριά του κώλου.