31

Είμαι κατασκευασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχω κι όταν δεν υπάρχω. Φοράω ένα βαρύ κεφάλι με υπομονή και κάθε φορά που το αφαιρώ κοιτάζω απο κάτω το αδύναμο κι ανάλαφρο κατάδικό μου κεφάλι που εκείνη την ώρα κάνει μια ευχή. Ράβω μόνη μου τα ρούχα μου γιατί μόνο εγώ ξέρω τι δέν μου πάει. Βαριέμαι τους ανθρώπους. Ξέρω ο καθένας τί θα μου πει. Βγαίνω απο όλα καμιά φορά, είναι απλό. Υπάρχω, με βλέπουν όλοι αλλά εγώ έχω αφαιρέσει τον εαυτό μου απο παντού. Στο είπα, εγώ δεν πρόκειται να ησυχάσω εδώ. Άρχισε να με ετοιμάζεις για εκεί. Προσπαθώ να καταλάβω αν είμαι άνθρωπος που ξέρει να συγχωρεί. Έχω μια λύπη σήμερα απο δω μέχρι την Αλκάνταρα και χτες το πρωί τέτοια ώρα, δεν την είχα. Γι' αυτό θέλω να σ' εκδικηθώ μερικές φορές. Γι' αυτό με εκδικήθηκα χτες το βράδυ, αλλά είπες οτι ήταν βράδυ που δεν έπρεπε να το κάνω. Είδες; δεν μετράω έτσι τα πράγματα εγώ. Το 'κανα και θα μπορούσα να το κάνω κι άλλα βράδυα, αν και πρέπει να παραδεχτείς πως είχα καιρό να σε εκδικηθώ. Εκείνο το απόγευμα όμως που πίναμε με το ζόρι καφέ στο είχα πει πως πονάει που μέσα στην αγάπη μου πρέπει να αφήσω χώρο και για τις τιμωρίες σου. Μένουν τέσσερις ώρες από την εκκίνηση της ζωής κι εγώ να που καταφέρνω και συνδέω τα πιό ασύνδετα με τα πιο σιχαμερά μου και τα κάνω ένα κι ύστερα απολαμβάνω το να σε βλέπω σκατά, να με παρατάς μέσα στη νύχτα να πας να κοιμηθείς, κι εγώ το πρωί να κρατάω απόσταση απο μένα, τέτοια που όταν κινούμαι παραλίγο να σκοντάψω πάνω μου. Όταν είδα αυτο το σπίτι, φαντάστηκα να κάθομαι το πρωί στην κουζίνα και να γράφω. Τώρα που το κάνω μ'αρέσει πιο πολύ αλλά δε μοιάζει με ό,τι φαντάστηκα. Ό,τι φαντάστηκα κι ονειρεύτηκα και το' ζησα μετά, ποτέ δεν ήταν ίδιο. Ακόμη και η εκπλήρωση ποτέ δεν είναι ίδια με την επιθυμία. Κάτι έχει η δεύτερη η πουτάνα που δεν θα της το πάρει ποτέ κανείς. Ούτε κι η πραγματικότητα. Μέσα σε όλα αυτά τα πρωινά φτυσίματα, αυτό που πιο πολύ με αναγουλιάζει είναι πως δεν μπορώ να είμαι η πιο κανονική. Δεν έχω ψυχραιμία για να κρατήσω ούτε καν τις απαγορευμένες μέρες. Δεν μπορώ να κρατήσω κάποιες μέρες για καλές. Αν πέσω σε μέρα εκδίκησης δεν την αφήνω να πάει χαμένη. Προσπαθώ να θυμηθώ αν έτσι ήμουν πάντα. Ναι έτσι ήμουν. Θυμάμαι εκείνη τη μπουνιά στο στομάχι που έδωσα μετά απο δυο ώρες η τρεις που είχε τελειώσει ο καβγάς. Κουβέντες, ραντεβού, συζητήσεις για δουλειά, ξένα όλα για μένα. Ιδέες και προτάσεις που βγαίνουν απο το στόμα μου με το 2% της όρεξής μου. Και το γράψιμο στο διάολο. Με εκδικείται γιατί κάποιος πρέπει να θέλει να με εκδικηθεί εκτός απο 'μένα. Κι ότι κάνω το κάνω πολύ, να σταματάω ούτε πως ξέρω πώς γίνεται. Κάποιος να με σταματήσει είναι ότι χρειάζομαι σε καθημερινή βάση. Νυστάζω και πονάει η κοιλιά μου, τσούζουν οι πατούσες μου και τους υποσχέθηκα το γνωστό βραδυνό μούλιασμα στη μωβ λεκάνη, κάρτα ανεργίας κι εσύ το αφεντικό μου κι ο εργοδότης μου κι ο δότης μου κι ο δωρητής κι ο δονητής, κενά, τελείες, κι η ισοπεδωτική μου διάθεση αν μπορούσε θα ισοπέδωνε και την αναπνοή μου, κι εσύ δεν πας πίσω, αντέχεις την πολεοδομία αλλά αν δε σου πετύχει το αφρόγαλο μπορείς να πεθάνεις ολοκληρωτικά, κι εγώ δίπλα σου να σε κοιτάω, να θέλω να σε κάνω καλά, και έτσι είμαι σου λέω, από τη μια να θέλω να βγάλω αφρόγαλο από τα βυζιά μου να σε ταΐσω κι ύστερα απο δυο ώρες να σε εκδικούμαι για μια κουβέντα που είχες πει τρειςιουνίουδυοχιλιάδεςεννιά, μέρα που φυσικά έχει εξαφανιστεί απο όλα τα ημερολόγια του κόσμου φασιστικά γιατί έτσι αποφάσισα εγώ. Και να ξέρεις εεε πως όλες αυτες οι τρειςιουνίου, δυοοκτωβρίου, εννιάοκτωβρίου δεν σταματάνε και δεν τελειώνουν στους αριθμούς τους. Όταν έρχονται αυτές φέρνουν μαζί τους κι όλα τα σύνεργα της εκδίκησης. Το δεξί σου ώμο, την κοκακόλα, τις ιταλογαλλίες, τη γαμημένη κρήτη κι όλα εκείνα που μαζί με τα πέντε ουίσκια θέλω να τα ξεράσω μέσα στη μπεζ λεκάνη, γιατί τη μωβ την έχω για τις πατούσες μου. Σταμάτα με τώρα και άντε πες: Θα ξυπνήσεις να γίνεις αφεντικό ή θα ροχαλίζεις σαν υπάλληλος;