1615195


Άφησα αυτούς που αγαπάω για να πάω σ' αυτόν που αγαπάω. Ζω σε μια πόλη που δεν την ζω παρα μόνο τη βλέπω από το μπαλκόνι να ανάβει και να σβήνει. Την ανατολή ακόμα την ψάχνω και θα είμαι σίγουρη πως αγαπάω αυτή την πόλη κι έχει γίνει λίγο δικιά μου, όταν θα γυρίζω κατευθείαν χωρίς δεύτερη σκέψη το κεφάλι μου και θα βρίσκω την ανατολή, όταν ο προσωπικός μου προσανατολισμός θα νικήσει τα σημεία του ορίζοντα. Στον τρίτο χωρίς ασασνέρ με τα δάχτυλα των ποδιών να μουδιάζουν και να πονάνε και να μου θυμίζουν εκείνα τα πρώτα χρόνια με τα τακούνια που χόρευαν και μια φορά είχαν περπατήσει μέχρι την Κασσάνδρου με καφέ από μηχάνημα κι ένα ετοιματζίδικο συσκευασμένο ατομικό κέικ. Αυτή τη ζωή τη θυμάμαι μόνο φωτογραφικά. Από μικρή ήθελα να φτιάξω το πλάνο της ζωής μου. Την είχα φανταστεί στα μέρη που ήθελα εγώ, με τους ανθρώπους που ήθελα. Μέσα σε ελάχιστο καιρό κατάλαβα πως είναι κατακαημένο να σχεδιάζεις ζωές κι αποφάσισα πως τουλάχιστον δεν θα την καταντήσω ποτέ πίσωμπαλκόνι. Οι άνθρωποι φτιασιδώνουν τα μπροστινά τους μπαλκόνια, φυτεύουν λουλούδια, τα καθαρίζουν, βάζουν τέντες, καθαρίζουν τα τζάμια και τα παντζούρια. Εϊναι εκείνο που φαίνεται, εκείνο που θέλουν να δείξουν. Τα πίσω τους μπαλκόνια είναι απεριποίητα, με σκουπίδια, κουβάδες, σφουγγαρίστρες και χαλασμένα μανταλάκια. Είναι εκείνο που δεν φαίνεται. Οι άνθρωποι θέλουν να φαίνονται. Η ζωή τους και το απομέσα τους είναι σαν το πίσω μπαλκόνι τους. Εγώ αγαπώ το πίσω μπαλκόνι μου και τα σκουπίδια τα έχω στο μπροστινό. Έχω την εικόνα του μπαμπά μέσα από την πόρτα με μια κότα στο πόδι του να με χαιρετάει με το καταθλιπτικό του χαμόγελο. Μια μέρα πρέπει να του μιλήσω για κείνο το πρωί με τα φασκιωμένα χέρια του και το ξυράφι στην μπανιέρα. Να του εξηγήσω πως είναι ο πιο υπέροχος άνθρωπος που γνωρίζω και πως είναι τόσο όμορφος και πως δε με πειράζει που δεν του μοιάζω καθόλου και που όπου κι αν πηγαίναμε του έλεγαν όλοι " α δε σου μοιάζει καθόλου η κορούλα σου". Να του πω πως είναι ο προσωπικός μου ήρωας, ο προσωπικός μου μαγκάιβερ, και πως τα πρωινά και τα απογεύματα που πέρασα συνεχόμενα δέκα χρόνια μαζί του είναι τα πιο όμορφα πράγματα που έχω κάνει. Θέλω έστω για μισή φορά να τον δω ήσυχο με τα μάτια του γελαστά χωρίς εκείνο το φόβο απο πίσω, να μη χρειάζεται να του ανοίγω συζητήσεις για ελληνικές ταινίες και πλανήτες και καζαντζίδη για να τον κάνω να ξεχνιέται. Έχω καταλάβει πια πως όλη η σημασία στη ζωή είναι να δείχνεις όλα τα απεριόριστα που νιώθεις για τους ανθρώπους κι απο δω και πέρα η αποστολή μου είναι να μη σταματήσω να το κάνω. Μετράω ημερομηνίες, περιμένω αίματα, δεν έρχονται τα αίματα, ο αδένας μου έχει τσιτώσει και πονάει, οι ορμόνες μου με κάνουν οτι θέλουν, είμαι το παιχνίδι τους. Το καταλαβαίνεις και κάνεις λίγο πέρα. Σ' αγαπάω για όλα αυτά. Τα βράδυα βγάζω το κεφάλι που βλέπουν οι ξένοι και μένω με το αποκάτω κεφάλι μου. Εκείνο που βλέπεις εσύ και δεν θέλω να βλέπω εγώ. Σου πήρα δώρο ένα ελικόπτερο που παραλίγο να μου σκίσει το καλσόν έτσι που το πετούσες και για μένα πήραμε ένα ολόκληρο Α380 που άμα το δει ο μαλακισμένος θα ζηλέψει. Πρέπει να συνηθίσω τη ζωή μου εδώ. Βαρέθηκα όλους τους ανθρώπους, τους βαριέμαι καθημερινά. Ονειρεύομαι έναν κόσμο που όλοι θα είμασταν τυφλοί. Θα ήταν πιο ωραίος ο κόσμος αν είμασταν τυφλοί. Σας βαριέμαι όλους εσάς που το μάτι σας δε χορταίνει. Είναι άχρηστη η όραση για να νιώθεις. Έτσι εξηγείται πως σε όλες τις σημαντικές στιγμές μας κλείνουμε τα μάτια. Είναι οι στιγμές που οι άνθρωποι νιώθουν αληθινοί. Όλες οι αληθινές στιγμές δεν έχουν όραση, δεν τη χρειάζονται. Αντίθετα όλη η υπολοιπη ζωή κυλάει μέσα στα ψέματα των εικόνων που εντέχνως κατασκευάζει ο καθένας για τον εαυτό του, για το μπαλκόνι του. Radio Lusitania με pasteis για πρωινό, δέκα σκλαβώματα για να μοιραστούμε και το μεσημέρι bola do carne είναι αρκετα για να αισθάνομαι οτι ζω στον πραγματικό μου κόσμο. Στην Graca που ζούμε οι δικοί μας άνθρωποι είναι αλλιώς. Βαριέμαι ότι υπάρχει, με χαλάει ότι υπάρχει. Ζυμώνουμε μαζί massa folhada, μου ρίχνεις αλέυρι, λίγο λίγο σου λέω, δεν έχουμε πλάστη, και ζυμώνω με ένα μπουκάλι με κόκκινο φελλό. Εκεί σκυμμένη μου γλιστράει το φουστάνι προς τα κάτω, φανερώνονται σιγά σιγά τα βυζιά μου και μου το σηκώνεις και συνεχίζουμε να πλάθουμε ζυμάρια και με πλάθεις κι εσύ μέσα στο τρέξιμό σου, ανάμεσα στην πολεοδομία και το υγειονομικό κι αν υπήρχε υπηρεσία που έκανε ελέγχους για αλήθεια κι έρωτα θα μας έδινε άδεια αμέσως, γιατί έχουμε συμπληρωμένα όλα τα απαιτούμενα έγγραφα μεταξύ μας. Ζούμε τον έρωτα στα χρόνια της pastelarias κι όσο εγώ κι εσύ μπορούμε να υπάρχουμε και να βγαίνουμε έξω και να αγνοούμε τους ανθρώπους γύρω μας, όσο μπορούμε να είμαστε τυφλοί για τους άλλους όταν βγαίνουμε έξω, δεν ανησυχώ. Εσύ, πόσα pasteis έφαγες σήμερα; Ένα;;;; Χρειάζονται τουλάχιστον δεκατρία για να τυφλωθείς!